- Γράφει ο ΝΙΚΟΣ Χ. ΛΑΓΚΑΔΙΝΟΣ
Είναι αλήθεια ότι ο δεξιός λαϊκισμός και η ακροδεξιά έχουν σημειώσει σημαντική άνοδο σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες. Στη Γαλλία το κόμμα της Μαρίν Λεπέν, “Εθνικός Συναγερμός” (πρώην Εθνικό Μέτωπο), έχει αυξήσει σημαντικά την επιρροή του και έχει φτάσει σε υψηλά ποσοστά στις εκλογές. Στη Γερμανία το κόμμα “Εναλλακτική για τη Γερμανία” (AfD) έχει μπει στο κοινοβούλιο και έχει καταφέρει να κινητοποιήσει ένα σημαντικό μέρος του εκλογικού σώματος με αντιμεταναστευτική και εθνικιστική ρητορική. Στην Ολλανδία κόμματα όπως το “Κόμμα για την Ελευθερία” του Γκέερτ Βίλντερς και το “Φόρουμ για τη Δημοκρατία” έχουν κερδίσει έδαφος με ατζέντα που εστιάζει στην αντίθεση στην πολυπολιτισμικότητα και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Στην Αυστρία το “Κόμμα των Ελευθέρων” (FPÖ) έχει συμμετάσχει σε κυβερνητικούς συνασπισμούς και έχει ισχυρή παρουσία στην πολιτική σκηνή της χώρας. Στην Ουγγαρία ο Βίκτορ Όρμπαν και το κόμμα του, Fidesz, έχουν εδραιώσει ένα αυταρχικό καθεστώς που περιορίζει την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης, την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης και τα δικαιώματα των μειονοτήτων.
Κοινά χαρακτηριστικά και ανησυχίες
Σε αυτές και άλλες χώρες, τα ακροδεξιά και λαϊκιστικά κόμματα συχνά μοιράζονται ορισμένα κοινά χαρακτηριστικά. Αμφισβητούν την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση και προτάσσουν την ανάγκη για ισχυρότερο έλεγχο των εθνικών συνόρων. Υιοθετούν σκληρές θέσεις για τη μετανάστευση, συχνά συνδέοντας τους μετανάστες με την εγκληματικότητα και την απειλή για την εθνική ταυτότητα. Καταγγέλλουν τα παραδοσιακά πολιτικά κόμματα, τα μέσα ενημέρωσης και τους διανοούμενους ως διεφθαρμένους και αποκομμένους από τον “λαό”. Συχνά διαδίδουν ψευδείς ή παραπλανητικές πληροφορίες για να ενισχύσουν την ατζέντα τους και να κινητοποιήσουν τους υποστηρικτές τους.
Η άνοδος αυτών των κινημάτων προκαλεί σοβαρές ανησυχίες για το μέλλον της δημοκρατίας στην Ευρώπη. Η υπονόμευση των φιλελεύθερων αξιών, η πόλωση της κοινωνίας και η διάβρωση των θεσμών αποτελούν πραγματικές απειλές που δεν πρέπει να υποτιμηθούν.
Δίνουν έμφαση στην εθνική ταυτότητα και τα συμφέροντα, συχνά εις βάρος των ξένων και των μειονοτήτων. Υπεραμύνονται μιας ισχυρής ηγεσίας και περιορισμένης λογοδοσίας, με υποτίμηση των ελέγχων και των ισορροπιών. Με κραυγές επικαλούνται τον “λαό” και τον στρέφουν ενάντια στις “ελίτ”, συχνά με απλοϊκές και διχαστικές ρητορικές. Εκφράζουν φόβο και εχθρότητα προς τους ξένους και τους μετανάστες, τους οποίους συχνά θεωρούν απειλή για την εθνική ταυτότητα και την ασφάλεια.
Αυτές οι τάσεις μπορούν να υπονομεύσουν τους δημοκρατικούς κανόνες με διάφορους τρόπους. Καταστολή της διαφωνίας, λογοκρισία των μέσων ενημέρωσης και περιορισμός των δικαιωμάτων των μειονοτήτων. Αποδυνάμωση του δικαστικού συστήματος, της δημόσιας διοίκησης και άλλων θεσμών που είναι απαραίτητοι για τη λειτουργία της δημοκρατίας. Παραβίαση των νόμων και των διεθνών συμφωνιών, συχνά με σκοπό την εξυπηρέτηση των συμφερόντων της κυβέρνησης. Και το πιο ανησυχητικό είναι η δημιουργία βαθιών διαιρέσεων στην κοινωνία, καθιστώντας δύσκολη την εξεύρεση κοινού εδάφους και την επίλυση των προβλημάτων με δημοκρατικό τρόπο.
Παράγοντες που οδηγούν στην υποστήριξη του λαϊκισμού και της ακροδεξιάς
Η άνοδος του λαϊκισμού και της ακροδεξιάς σε πολλές χώρες και στην Ελλάδα είναι ένα πολυδιάστατο φαινόμενο που τροφοδοτείται από ένα συνδυασμό κοινωνικών, οικονομικών και πολιτικών παραγόντων.
Η παγκοσμιοποίηση και η αυτοματοποίηση έχουν οδηγήσει στην απώλεια θέσεων εργασίας σε ορισμένους τομείς, δημιουργώντας οικονομική ανασφάλεια και δυσαρέσκεια, ιδιαίτερα μεταξύ των εργαζομένων με χαμηλότερα προσόντα. Η αυξανόμενη ανισότητα εισοδήματος και πλούτου έχει δημιουργήσει ένα αίσθημα αδικίας και εγκατάλειψης από το σύστημα, οδηγώντας πολλούς ανθρώπους να αναζητήσουν εναλλακτικές λύσεις. Η συρρίκνωση του κοινωνικού κράτους και η αποδυνάμωση των κοινωνικών υπηρεσιών έχουν αυξήσει την ευθραυστότητα των πολιτών και την ανάγκη τους για προστασία.
Επιπλέον βλέπουμε ότι η αυξανόμενη πολυπολιτισμικότητα και η μετανάστευση έχουν προκαλέσει ανησυχίες σχετικά με την εθνική ταυτότητα, τις πολιτιστικές αξίες και την κοινωνική συνοχή σε ορισμένα τμήματα του πληθυσμού. Πολλοί άνθρωποι αισθάνονται ότι η παραδοσιακή τους ταυτότητα και οι αξίες τους απειλούνται από την παγκοσμιοποίηση, την αλλαγή των κοινωνικών δομών και την άνοδο νέων πολιτιστικών προτύπων. Η αύξηση της εγκληματικότητας, η τρομοκρατία και η αίσθηση της ανασφάλειας έχουν ενισχύσει την υποστήριξη για αυστηρότερες πολιτικές επιβολής του νόμου και περιορισμούς στη μετανάστευση.
Πολλοί άνθρωποι αισθάνονται ότι οι παραδοσιακοί πολιτικοί και τα κόμματα δεν τους εκπροσωπούν πλέον και δεν ανταποκρίνονται στις ανάγκες τους. Η αίσθηση ότι οι αποφάσεις λαμβάνονται από μακριά, χωρίς τη συμμετοχή ή τη συγκατάθεσή τους, έχει οδηγήσει σε αυξημένη δυσπιστία προς τους πολιτικούς θεσμούς. Τα συνεχή σκάνδαλα διαφθοράς και η αίσθηση ότι οι πολιτικοί επιδιώκουν το προσωπικό τους συμφέρον έχουν υπονομεύσει την εμπιστοσύνη των πολιτών στην πολιτική.
Ένας ακόμη βασικός παράγων που οδηγεί στην υποστήριξη του λαϊκισμού είναι τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και οι διαδικτυακές πλατφόρμες που έχουν διευκολύνει τη διάδοση της παραπληροφόρησης, των ψευδών ειδήσεων και της ρητορικής μίσους, δημιουργώντας ένα τοξικό περιβάλλον που ευνοεί την άνοδο του λαϊκισμού και της ακροδεξιάς. Τα μέσα ενημέρωσης συχνά εστιάζουν σε συναισθηματικά φορτισμένα ζητήματα, όπως η μετανάστευση, η ασφάλεια και η απώλεια της ταυτότητας, ενισχύοντας τους φόβους και τις ανησυχίες των πολιτών. Η ψηφιακή τεχνολογία έχει συμβάλει στη δημιουργία “στρατοπέδων” με ομοϊδεάτες ανθρώπους, όπου οι απόψεις ενισχύονται και οι διαφορετικές φωνές απορρίπτονται, οδηγώντας σε πόλωση και ακραίες θέσεις.
Και για να πάμε στους λαϊκιστές και ακροδεξιούς ηγέτες θα παρατηρήσουμε συχνά ότι είναι χαρισματικοί και ικανοί να κινητοποιούν τα πλήθη με απλές, συναισθηματικές εκκλήσεις και υποσχέσεις. Η ρητορική τους συχνά διχάζει την κοινωνία σε “εμείς”, δηλαδή ο “λαός” εναντίον “αυτοί”, δηλ. του “κατεστημένου”, δημιουργώντας ένα αίσθημα εχθρότητας και αποκλεισμού. Οι λαϊκιστές και ακροδεξιοί ηγέτες εκμεταλλεύονται τους φόβους, τις ανησυχίες και τις δυσαρέσκειες των πολιτών, προσφέροντας απλές λύσεις σε σύνθετα προβλήματα και κατηγορώντας συγκεκριμένες ομάδες για τα δεινά της κοινωνίας.
Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι αυτοί οι παράγοντες αλληλεπιδρούν μεταξύ τους και διαφέρουν σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση. Η κατανόηση αυτών των παραγόντων είναι ζωτικής σημασίας για την αντιμετώπιση της ανόδου του λαϊκισμού και της ακροδεξιάς και την προώθηση μιας πιο δίκαιης, χωρίς αποκλεισμούς και δημοκρατικής κοινωνίας.
Τρόποι αντιμετώπισης
Η αντιμετώπιση του λαϊκισμού και της ακροδεξιάς απαιτεί μια πολύπλευρη προσέγγιση που περιλαμβάνει διάφορα μέτρα. Ωστόσο, πρέπει εξαρχής να σημειώσουμε ότι τα μέτρα μάλλον στη σφαίρα της θεωρίας κινούνται, διότι μπορεί να δείχνουν μια πολιτικά ορθολογική στάση, όμως το παράδειγμα της χώρας μας είναι πραγματικά εμφαντικό μιας κατάστασης που προσωρινά τουλάχιστον δεν φαίνεται να ξεκαθαρίζει.
Είναι σημαντικό, λοιπόν, να διασφαλιστεί η ανεξαρτησία του δικαστικού συστήματος, η ελευθερία των μέσων ενημέρωσης και η αποτελεσματικότητα της δημόσιας διοίκησης. Η εκπαίδευση μπορεί να βοηθήσει τους ανθρώπους να αναπτύξουν την ικανότητα να σκέφτονται κριτικά και να διακρίνουν την αλήθεια από την παραπληροφόρηση. Η οικονομική και κοινωνική ανισότητα μπορεί να δημιουργήσει πρόσφορο έδαφος για την ανάπτυξη του λαϊκισμού. Η αντιμετώπιση αυτών των προβλημάτων μπορεί να μειώσει την απήχηση των λαϊκιστικών μηνυμάτων. Είναι σημαντικό να δημιουργηθούν χώροι για διάλογο και αμοιβαία κατανόηση μεταξύ διαφορετικών ομάδων στην κοινωνία. Η κοινωνία των πολιτών και τα πολιτικά κόμματα που υπερασπίζονται τις δημοκρατικές αξίες πρέπει να υποστηριχθούν και να ενισχυθούν.
Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι δεν υπάρχει μια ενιαία λύση για την αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος. Οι καλύτερες απαντήσεις πιθανότατα θα περιλαμβάνουν έναν συνδυασμό των παραπάνω προσεγγίσεων, προσαρμοσμένων στις συγκεκριμένες συνθήκες κάθε χώρας. Για τη χώρα μας δεν είμαστε αισιόδοξοι.
Π λαϊκισμός στην Ελλάδα
Η πορεία του λαϊκισμού στην Ελλάδα είναι ένα σύνθετο ζήτημα που εξαρτάται από πολλούς παράγοντες. Η διεύρυνση του χάσματος μεταξύ πλουσίων και φτωχών αυξάνει τη δυσαρέσκεια και την υποστήριξη για λαϊκιστικές πολιτικές. Εάν οι πολίτες συνεχίσουν να αισθάνονται ότι οι πολιτικοί δεν τους ακούνε και δεν τους εκπροσωπούν, ο λαϊκισμός μπορεί να εμφανιστεί ως εναλλακτική λύση. Ενδεχόμενες νέες μεταναστευτικές ροές θα μπορούσαν να ενισχύσουν τα ξενοφοβικά και εθνικιστικά αισθήματα, τροφοδοτώντας τον λαϊκισμό. Είναι βέβαιο, άλλωστε, ότι η άνοδος του λαϊκισμού στην Ευρώπη και σε άλλες χώρες έχει επιπτώσεις και στην Ελλάδα.
Ωστόσο, μια ισχυρή και βιώσιμη οικονομική ανάκαμψη, με τη μείωση της ακρίβειας που μαστίζει τους καταναλωτές, θα μπορούσε να μειώσει την κοινωνική δυσαρέσκεια και να αποδυναμώσει την υποστήριξη για λαϊκιστικές πολιτικές. Η βελτίωση της λειτουργίας των δημοκρατικών θεσμών, η καταπολέμηση της διαφθοράς και η αύξηση της διαφάνειας θα μπορούσαν να αποκαταστήσουν την εμπιστοσύνη των πολιτών στην πολιτική. Η υιοθέτηση πολιτικών που προωθούν την κοινωνική ενσωμάτωση, την αλληλεγγύη και την ισότητα θα μπορούσε να μειώσει τις κοινωνικές εντάσεις και να αποδυναμώσει τον λαϊκισμό. Η βελτίωση της πολιτικής παιδείας των πολιτών και η προώθηση του κριτικού τρόπου σκέψης θα μπορούσαν να τους καταστήσουν λιγότερο ευάλωτους στην λαϊκιστική ρητορική. Η εμφάνιση πολιτικών δυνάμεων που προτείνουν ρεαλιστικές λύσεις στα προβλήματα της χώρας και αποφεύγουν τον διχαστικό λόγο θα μπορούσε να περιορίσει την επιρροή του λαϊκισμού.
Υπάρχει ο φόβος να συνεχιστεί η άνοδος του λαϊκισμού εάν οι οικονομικές και κοινωνικές προκλήσεις παραμείνουν, η πολιτική αστάθεια θα παραμένει, όπως και οι δυσκολίες στην εφαρμογή μεταρρυθμίσεων.
Το μέλλον του λαϊκισμού στην Ελλάδα είναι αβέβαιο. Δυστυχώς το υπάρχον πολιτικό πρσωπικό είναι κατώτερο των περιστάσεων και δεν δείχνει ότι έχει την ικανότητα να πολιτευτεί προς όφελος της δημοκρατίας. Πώς αντιμετωπίζονται οι οικονομικές και κοινωνικές προκλήσεις, πώς ενισχύονται οι δημοκρατικοί θεσμοί και πώς προωθείται η κοινωνική συνοχή; Πιστεύει κανείς ότι ο Βελόπουλος ή η Κωνσταντοπούλου ενδιαφέρονται να δώσουν λύσεις. Δεν ενδιαφέρονται διότι απλώς δεν έχουν θέσεις και έτοιμες λύσεις. Μόνο κραυγές διαθέτει το οπλοστάσιό τους, εμπόριο πόνου και δήθεν εμπόριο ψευτοπατριωτισμού.
Το σιδηροδρομικό δυστύχημα στα Τέμπη ήταν μια τραγωδία που συγκλόνισε την ελληνική κοινωνία. Το δυστύχημα είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατο πολλών ανθρώπων και τον τραυματισμό πολλών άλλων, προκαλώντας βαθύ πένθος και οργή. Το δυστύχημα ανέδειξε σοβαρά ζητήματα σχετικά με την ασφάλεια του σιδηροδρομικού δικτύου στην Ελλάδα, συμπεριλαμβανομένης της έλλειψης σύγχρονων συστημάτων ασφαλείας και της ανεπαρκούς συντήρησης των υποδομών.
Δεν μπορούμε να παραβλέψουμε ότι η διερεύνηση των αιτιών του δυστυχήματος βρίσκεται σε εξέλιξη, αλλά είναι σαφές ότι υπάρχουν ευθύνες σε διάφορα επίπεδα, συμπεριλαμβανομένων των υπευθύνων για τη λειτουργία και τη συντήρηση του σιδηροδρομικού δικτύου. Το δυστύχημα έχει προκαλέσει μια ευρύτερη συζήτηση στην Ελλάδα σχετικά με την ανάγκη για μεταρρυθμίσεις στον τομέα των μεταφορών, την λογοδοσία των υπευθύνων και την σημασία της ασφάλειας των πολιτών. Το δυστύχημα προκάλεσε έντονες αντιδράσεις στην κοινωνία, με μαζικές διαδηλώσεις και κινητοποιήσεις, εκφράζοντας την οργή και την αγανάκτηση για την τραγωδία και την έλλειψη ασφάλειας. Ο πόνος των συγγενών για την απώλεια των δικών τους έγινε το όχημα των λαϊκιστών για την άσκηση πολιτικής. Αλλά, όπως έχω ξαναγράψει το εμπόριο του πόνου δεν παράγει πολιτική.
Είναι σημαντικό να εξαχθούν τα απαραίτητα συμπεράσματα από αυτήν την τραγωδία και να ληφθούν μέτρα για να αποφευχθούν παρόμοια δυστυχήματα στο μέλλον. Κι εδώ απαιτείται η ορθολογική πολιτική των δημοκρατικών δυνάμεων που θα πρέπει να στριμώξουν τον λαϊκισμό, από οπουδήποτε προέρχεται, και να σκεφτούν πρώτα το συμφέρον της χώρας.