«Η Δύση, όπως την ξέραμε, δεν υπάρχει πια»!

Η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, δήλωσε στη γερμανική εβδομαδιαία εφημερίδα Die Zeit ότι «η Δύση, όπως τη γνωρίζαμε, δεν υπάρχει πια», αναφερόμενη στις «ιστορικές» αλλαγές που πραγματοποιούνται εξαιτίας της προεδρίας του Ντόναλντ Τραμπ στις ΗΠΑ.

  • Γράφει ο ΝΙΚΟΣ Χ. ΛΑΓΚΑΔΙΝΟΣ

Η δήλωση της Ούρσουλας φον ντερ Λάιεν, «Η Δύση, όπως την ξέραμε, δεν υπάρχει πια», είναι μια ισχυρή και προβληματική αποτίμηση της τρέχουσας γεωπολιτικής κατάστασης. Αρκετοί παράγοντες συνέβαλαν σε αυτή τη μετατόπιση, και η φράση υπογραμμίζει μια σημαντική αλλαγή στη δομή και τη δυναμική του διεθνούς συστήματος.

Αυτή η αναφορά υποδηλώνει μια συγκεκριμένη αντίληψη της Δύσης που κυριαρχούσε για ένα σημαντικό χρονικό διάστημα. Παραδοσιακά, η «Δύση» αναφερόταν σε μια ομάδα χωρών που χαρακτηρίζονταν από κοινές αξίες, όπως η δημοκρατία, ο καπιταλισμός, ο ατομικός φιλελευθερισμός και η κοσμικότητα, καθώς και μια κοινή κληρονομιά που περιλάμβανε τον ελληνορωμαϊκό πολιτισμό, τον Χριστιανισμό και τον Διαφωτισμό. Αυτή η έννοια συνδέθηκε στενά με την ηγεμονία των Ηνωμένων Πολιτειών και τον ρόλο τους στην ηγεσία του ελεύθερου κόσμου κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Επίσης, περιλάμβανε τους στενούς συμμάχους των ΗΠΑ στην Ευρώπη και αλλού. Αυτό το μέρος της δήλωσης υποδηλώνει ότι αυτή η προηγούμενη αντίληψη της Δύσης δεν είναι πλέον ακριβής ή σχετική. Η φράση υποδηλώνει μια θεμελιώδη αλλαγή, μια ρήξη με την προηγούμενη τάξη πραγμάτων.

Παράγοντες που συμβάλλουν στην αλλαγή

Πολλοί παράγοντες συνέβαλαν στη μετατόπιση της Δύσης, όπως την ξέραμε. Η άνοδος της Κίνας, η αυξανόμενη επιρροή της Ινδίας και άλλων αναδυόμενων δυνάμεων έχουν αμφισβητήσει την κυριαρχία της Δύσης. Το διεθνές σύστημα δεν κυριαρχείται πλέον από μια χούφτα δυτικών χωρών, αλλά χαρακτηρίζεται από ένα πιο περίπλοκο και πολύπλευρο σύνολο σχέσεων. Οι σχέσεις μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και των παραδοσιακών συμμάχων τους στην Ευρώπη έχουν γίνει πιο τεταμένες τα τελευταία χρόνια, με διαφορές σε θέματα όπως το εμπόριο, η κλιματική αλλαγή και η εξωτερική πολιτική. Αυτή η απομάκρυνση έχει αποδυναμώσει τη συνοχή της Δύσης και έχει εγείρει ερωτήματα σχετικά με το μέλλον της ατλαντικής συμμαχίας.

Πολλές δυτικές χώρες αντιμετωπίζουν εσωτερικές προκλήσεις, όπως η πολιτική πόλωση, η αυξανόμενη οικονομική ανισότητα και η άνοδος του λαϊκισμού. Αυτές οι προκλήσεις έχουν αποδυναμώσει την εμπιστοσύνη στους δημοκρατικούς θεσμούς και έχουν διαβρώσει την αίσθηση της κοινής ταυτότητας που κάποτε ένωνε τη Δύση.

Η προεδρία του Ντόναλντ Τραμπ στις Ηνωμένες Πολιτείες χαρακτηρίστηκε από μια «Αμερική Πρώτα», προσέγγιση που έδωσε προτεραιότητα στα συμφέροντα των ΗΠΑ έναντι των παραδοσιακών συμμαχιών και της διεθνούς συνεργασίας. Αυτή η προσέγγιση επιδείνωσε περαιτέρω τις εντάσεις μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και των συμμάχων τους και επιτάχυνε την ενοχλητική στάση της Δύσης.

Συνέπειες της δήλωσης

Η δήλωση της Ούρσουλας φον ντερ Λάιεν έχει σημαντικές συνέπειες για το μέλλον της διεθνούς τάξης. Υποδηλώνει ότι η Δύση πρέπει να προσαρμοστεί σε μια νέα πραγματικότητα που χαρακτηρίζεται από αυξημένη πολυπλοκότητα, μεταβαλλόμενες σχέσεις εξουσίας και ένα πιο κατακερματισμένο γεωπολιτικό τοπίο. Η δήλωση εγείρει επίσης σημαντικά ερωτήματα σχετικά με τον ρόλο της Ευρώπης στον κόσμο και την ανάγκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση να αναλάβει μεγαλύτερη ευθύνη για τη δική της ασφάλεια και ευημερία.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) έχει τη δυνατότητα να γίνει ένας ισχυρότερος πόλος δύναμης στην παγκόσμια σκηνή, αλλά αυτό απαιτεί να αντιμετωπίσει αρκετές προκλήσεις και να αναλάβει αποφασιστικές δράσεις. Ακολουθούν ορισμένοι τρόποι με τους οποίους η ΕΕ μπορεί να ενισχύσει τον ρόλο της:

Ενίσχυση της Εξωτερικής Πολιτικής και της Πολιτικής Ασφάλειας και Άμυνας:

Η ΕΕ θα μπορούσε να αναπτύξει μια πιο συνεκτική και ενιαία εξωτερική πολιτική, επιτρέποντάς της να μιλά με μια φωνή στα παγκόσμια ζητήματα. Αυτό θα μπορούσε να περιλαμβάνει την ενίσχυση της Κοινής Πολιτικής Ασφάλειας και Άμυνας (ΚΠΑΑ) και την ανάπτυξη μιας ισχυρότερης αμυντικής ικανότητας.

Τα κράτη μέλη της ΕΕ θα μπορούσαν να αυξήσουν τις αμυντικές τους δαπάνες και να επενδύσουν σε σύγχρονες στρατιωτικές δυνατότητες.

Η ΕΕ θα μπορούσε να επιδιώξει μεγαλύτερη στρατηγική αυτονομία, μειώνοντας την εξάρτησή της από άλλες δυνάμεις, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες, σε θέματα ασφάλειας και άμυνας.

Η δυνατότητα της ΕΕ να επιδιώξει μεγαλύτερη στρατηγική αυτονομία από τις Ηνωμένες Πολιτείες είναι ένα θέμα που συζητείται έντονα και περιλαμβάνει πολλές πτυχές.

Τι είναι η Στρατηγική Αυτονομία;

Η στρατηγική αυτονομία αναφέρεται στην ικανότητα της ΕΕ να ενεργεί ανεξάρτητα για την προώθηση των συμφερόντων και των αξιών της στην παγκόσμια σκηνή. Αυτό περιλαμβάνει λήψη αυτόνομων αποφάσεων, χωρίς να υπαγορεύονται από άλλες δυνάμεις, ανάπτυξη δικών της δυνατοτήτων, ιδιαίτερα σε θέματα άμυνας και ασφάλειας και ετοιμότητα ανάληψης δράσης είτε μόνη της είτε σε συνεργασία με άλλους.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες παραμένουν ο σημαντικότερος σύμμαχος της ΕΕ σε πολλούς τομείς, ιδίως στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ. Η επιδίωξη πλήρους ανεξαρτησίας θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο αυτή τη σχέση. Τα κράτη μέλη της ΕΕ έχουν διαφορετικές απόψεις σχετικά με το πόσο μακριά θα πρέπει να φτάσει η ΕΕ στην επιδίωξη της στρατηγικής αυτονομίας. Ορισμένα είναι πιο πρόθυμα να απομακρυνθούν από τις ΗΠΑ από άλλα. Η ΕΕ εξακολουθεί να υστερεί σε ορισμένες βασικές αμυντικές δυνατότητες, καθιστώντας την σε μεγάλο βαθμό εξαρτώμενη από τις Ηνωμένες Πολιτείες για την ασφάλειά της. Η επίτευξη στρατηγικής αυτονομίας απαιτεί ισχυρή πολιτική βούληση από τα κράτη μέλη της ΕΕ για να επενδύσουν σε αμυντικές δυνατότητες και να αναλάβουν μεγαλύτερη ευθύνη για την ασφάλειά τους.

Η αλλαγή του Γεωπολιτικού Τοπίου με την άνοδο της Κίνας και άλλων δυνάμεων, καθώς και η αυξανόμενη εστίαση των ΗΠΑ στην περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού, δημιουργούν την ανάγκη για την ΕΕ να αναλάβει μεγαλύτερο ρόλο στην παγκόσμια σκηνή. Η επιδίωξη της στρατηγικής αυτονομίας θα μπορούσε να ενισχύσει την ΕΕ ως παγκόσμιο παράγοντα και να της επιτρέψει να προστατεύσει καλύτερα τα συμφέροντά της και τις αξίες της. Εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες μειώσουν την ανάμειξή τους στην Ευρώπη, η ΕΕ θα πρέπει να είναι έτοιμη να καλύψει το κενό και να αναλάβει μεγαλύτερη ευθύνη για τη δική της ασφάλεια.

Τι μπορεί να κάνει η ΕΕ;

Για να επιδιώξει μεγαλύτερη στρατηγική αυτονομία η ΕΕ, τα κράτη μέλη πρέπει να επενδύσουν περισσότερα στην άμυνα για να αναπτύξουν τις απαραίτητες δυνατότητες. Η ΕΕ μπορεί να προωθήσει την συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών στην ανάπτυξη και την προμήθεια στρατιωτικών εξοπλισμών. Η ΕΕ πρέπει να επενδύσει στην αμυντική έρευνα και την ανάπτυξη για να διασφαλίσει ότι έχει πρόσβαση στις πιο σύγχρονες τεχνολογίες. Οι ηγέτες της ΕΕ πρέπει να επιδείξουν ισχυρή πολιτική βούληση για την προώθηση της στρατηγικής αυτονομίας και να ξεπεράσουν τις εσωτερικές διαιρέσεις.

Η επιδίωξη στρατηγικής αυτονομίας είναι μια πρόκληση για την ΕΕ, αλλά και μια ευκαιρία. Απαιτείται προσεκτική εξέταση των συνεπειών για τη διατλαντική σχέση, καθώς και μια ισχυρή δέσμευση για την υπέρβαση των εσωτερικών διαιρέσεων και την ανάπτυξη των απαραίτητων δυνατοτήτων.

Ενίσχυση της Οικονομικής Ισχύος

Η ΕΕ θα μπορούσε:

  • να εμβαθύνει περαιτέρω την ενιαία αγορά της, αφαιρώντας εναπομείναντα εμπόδια στην ελεύθερη κυκλοφορία αγαθών, υπηρεσιών, κεφαλαίων και εργασίας.
  • να επενδύσει περισσότερο στην έρευνα και την ανάπτυξη, στην ψηφιακή τεχνολογία και σε άλλους τομείς καινοτομίας για να ενισχύσει την ανταγωνιστικότητά της και να προωθήσει την οικονομική ανάπτυξη.
  • να εργαστεί για την ενίσχυση του διεθνούς ρόλου του ευρώ ως αποθεματικού νομίσματος και μέσου διεθνών συναλλαγών.
  • να συνεχίσει να προωθεί τις αξίες της, όπως η δημοκρατία, τα ανθρώπινα δικαιώματα και το κράτος δικαίου, μέσω της διπλωματίας, της αναπτυξιακής βοήθειας και άλλων μέσων ήπιας ισχύος.
  • να διαδραματίσει ηγετικό ρόλο στην προώθηση του πολυμερισμού και της διεθνούς συνεργασίας μέσω των Ηνωμένων Εθνών και άλλων διεθνών οργανισμών.

Αντιμετώπιση των Εσωτερικών Προκλήσεων

Η ΕΕ θα πρέπει να αντιμετωπίσει τις εσωτερικές προκλήσεις, όπως η άνοδος του ευρωσκεπτικισμού, η πολιτική πόλωση και οι οικονομικές ανισότητες, για να διασφαλίσει την ενότητα και τη συνοχή της.

Η ΕΕ θα πρέπει να ενισχύσει τη δημοκρατική της νομιμότητα αυξάνοντας τον ρόλο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και διασφαλίζοντας μεγαλύτερη διαφάνεια και λογοδοσία στη διαδικασία λήψης αποφάσεων.

Για να γίνει ένας ισχυρότερος πόλος δύναμης, η ΕΕ πρέπει να επιδείξει την πολιτική βούληση και την ενότητα για να αναλάβει αποφασιστικές δράσεις. Πρέπει επίσης να επενδύσει στις δυνατότητές της και να χρησιμοποιήσει τα μοναδικά πλεονεκτήματά της, όπως η οικονομική της ισχύς, η ήπια ισχύς και η δέσμευσή της στον πολυμερισμό.

Σχετικά Άρθρα

Social Media Auto Publish Powered By : XYZScripts.com

Αυτή η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας. Συνεχίζοντας την περιήγησή σας, δίνετε την συγκατάθεσή σας για την χρήση των cookies. Aποδοχή